Προπτυχιακή Διπλωματική Εργασία
Συντελεστές:
Η διπλωματική αυτή εργασία, πραγματεύεται μία απόπειρα ένωσης των δύο εκατέρωθεν γειτονιών του Σιδηροδρομικού Σταθμού Αθηνών. Λόγω της βαριάς προγραμματικής χρήσης του σιδηρόδρομου, καθώς και λόγω της χρόνιας ανοικοδόμησης ευτελών υποδομικών κατασκευών στη περίμετρό, η πόλη έχει χωριστεί στα δύο και φαίνεται να μη συγχρονίζεται. O σταθμός αποτελεί ρήγμα στη πόλη και η λειτουργεία του περιορίζεται σε ένα κλειστό και εσωστρεφές σύστημα αποπεράτωσης δρομολογίων. Συνεπώς, η ίδια του η φύση διακόπτει και παραποιεί την ανάπτυξη των αστικών δραστηριοτήτων και χρήσεων, καθηλώνοντας έτσι την πόλη σε μία πάγια κατάσταση αδράνειας.
Το πρόγραμμα του σταθμού έχει κυριεύσει σε όλα τα φάσματα τη δημόσια ζωή καθώς το “τείχος κακοτεχνιών” που τον περιβάλλει διατρέχει όλη τη περίμετρο. Οι εκάστοτε γειτονιές εκτονώνονται σε πλατείες της περιοχής, οι οποίες όμως φαντάζουν μετέωρες μέσα στον αστικό ιστό. Σε αυτές επίσης, εκδηλώνεται και η παροδική δράση των αλληλέγγυων ομάδων-φορέων, οι οποίοι εντοπίζονται διάσπαρτοι και ασύνδετοι χωρικά μεταξύ τους, στις γύρω περιοχές. Φαίνεται ως επιτακτική ανάγκη λοιπόν, η σύνδεση της πόλης και η κατάργηση του σημαντικότερου ορίου. Επιλέγεται ως πρώτο βήμα η υπογειοποίηση του σταθμού και η ελευθέρωση των κινήσεων στο ισόγειο. Έτσι εξασφαλίζεται πρακτικά η διέλευση. Ωστόσο, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της σύνδεσης των γειτονιών, είναι απαραίτητο να καλλιεργηθεί κοινή νοοτροπία, κοινή δράση και τοπική αυτοδιοίκηση. Οι χώροι που μπορούν να απορροφήσουν αυτές τις χρήσεις, συνδυαστικά με νέες που σήμερα επίσης εκλείπουν, είναι το κενό κτιριακό δυναμικό. Αυτό θα αποτελέσει πόλο έλξης, αλλά παράλληλα και πυρήνα διατήρησης αστικών δραστηριοτήτων που θα οργανώνουν την περιοχή. Το δεύτερο βήμα, είναι ο Σταθμός Πελοποννήσου που σήμερα βρίσκεται σε αχρησία, να αναλάβει τη λειτουργεία του κέντρου γειτονίας, το επίμηκες κτίριο των πρώην ΚΤΕΛ να φιλοξενήσει καλλιτεχνικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, το Δημοτικό Κέντρο Αλληλεγγύης να ενωθεί με με την Πλατεία Λαρίσης και το κέλυφος του Σταθμού των Αθηνών να παραλάβει χρήσεις λιανικού εμπορείου και εστίασης. Παράλληλα, ο αστικός σχεδιασμός του ισογείου, στοχεύει να απελευθερώσει τα όρια και να επιτρέψει τόσο την εγκάρσια προσπέλαση, όσο και τη διατήρηση της αστική ζωής εντός του πεδίου, μέσω πράσινων χώρων, αθλητικών υποδομών και πυκνής αστικής επίπλωσης.
Τρίτο βήμα, είναι ο σχεδιασμός του νέου Σιδηροδρομικού Σταθμού Αθηνών, προκειμένου να διατηρηθεί η κομβική θέση και λειτουργία του. Κεντροβαρικά στο θέμα, τοποθετούνται οι δύο κύριες καταβάσεις που οδηγούν στην υποβιβασμένη πλατφόρμα του μεσοεπιπέδου. Εκεί τοποθετούνται οι βασικές λειτουργείες του σταθμού, καθώς και οι αντίστοιχες εμπορικές, που προϋπήρχαν στις εγκαταστάσεις του υπάρχοντος Σταθμού των Αθηνών. Η ένωση του σταθμού με το μετρό επιτυγχάνεται, μέσω διάνοιξης σήραγγας και έτσι το δίκτυο των σιδηροδρομικών γραμμών ενισχύεται. Μέσω της πλατφόρμας του μεσοεπιπέδου γίνεται εφικτή η προσέγγιση των 6 αποβαθρών, οι οποίες τοποθετούνται στο χαμηλότερο επίπεδο της σύνθεσης, όπως και οι εντατικότερες χρήσεις του σιδηροδρόμου.